Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Β/ 20 – 21 – 20 καί υπέστρεψαν οι ποιμένες δοξάζοντες καί αινούντες τόν Θεόν επί πάσιν οίς ήκουσαν καί είδον καθώς ελαλήθη πρός αυτούς.
21 Καί ότε επλήσθησαν ημέραι οκτώ τού περιτεμείν τό παιδίον, καί εκλήθη τό όνομα αυτού Ιησούς, τό κληθέν υπό τού αγγέλου πρό τού συλληφθήναι αυτόν εν τή κοιλία.
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Β/ 40 – 52
40 Τό δέ παιδίον ηύξανε καί εκραταιούτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας, καί χάρις Θεού ήν επ αυτό. 41 Καί επορεύοντο οι γονείς αυτού κατ έτος εις Ιερουσαλήμ τή εορτή τού πάσχα. 42 καί ότε εγένετο ετών δώδεκα, αναβάντων αυτών εις Ιεροσόλυμα κατά τό έθος τής εορτής
43 καί τελειωσάντων τάς ημέρας, εν τώ υποστρέφειν αυτούς υπέμεινεν Ιησούς ο παίς εν Ιερουσαλήμ, καί ουκ έγνω Ιωσήφ καί η μήτηρ αυτού. 44 νομίσαντες δέ αυτόν εν τή συνοδία είναι ήλθον ημέρας οδόν καί ανεζήτουν αυτόν εν τοίς συγγενέσι καί τοίς γνωστοίς 45 καί μή ευρόντες αυτόν υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ ζητούντες αυτόν.
46 καί εγένετο μεθ ημέρας τρείς εύρον αυτόν εν τώ ιερώ καθεζόμενον εν μέσω τών διδασκάλων καί ακούοντα αυτών καί επερωτώντα αυτούς 47 εξίσταντο δέ πάντες οι ακούοντες αυτού επί τή συνέσει καί ταίς αποκρίσεσιν αυτού.
48 καί ιδόντες αυτόν εξεπλάγησαν, καί πρός αυτόν η μήτηρ αυτού είπε Τέκνον, τί εποίησας ημίν ούτως; ιδού ο πατήρ σου καγώ οδυνώμενοι εζητούμέν σε. 49 καί είπεν πρός αυτούς Τί ότι εζητείτέ με; ουκ ήδειτε ότι εν τοίς τού πατρός μου δεί είναί με;
50 καί αυτοί ου συνήκαν τό ρήμα ό ελάλησεν αυτοίς. 51 καί κατέβη μετ αυτών καί ήλθεν εις Ναζαρέτ, καί ήν υποτασσόμενος αυτοίς. καί η μήτηρ αυτού διετήρει πάντα τά ρήματα ταύτα εν τή καρδία αυτής. 52 Καί Ιησούς προέκοπτε σοφία καί ηλικία καί χάριτι παρά Θεώ καί ανθρώποις.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Β/ 20 – 21
20 Καί εγύρισαν πίσω οι ποιμένες εις τό ποίμνιόν των καί εδόξαζον καί υμνολογούν τόν Θεόν δι όλα, όσα ήκουσαν από τόν άγγελον καί όσα είδον τά μάτια των, όταν επήγαν εις τήν Βηθλεέμ καί τά οποία ήσαν ακριβώς όπως τούς τά είπεν ο άγγελος.
21 Καί όταν συνεπληρώθησαν αι οκτώ ημέραι διά νά γίνη εις τό παιδίον η περιτομή, τό περιέτεμαν, ίνα καί διά τής περιτομής επιβεβαιωθή ότι ήτο γνήσιος απόγονος τού Αβραάμ. Καί εκλήθη τό όνομά του Ιησούς, όνομα πού τό είχεν είπει ο άγγελος προτού συλληφθή αυτός εις τήν κοιλίαν τής μητέρας του.
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Β/ 40 – 52
40 Τό δέ παιδίον εμεγάλωνε κατά τό σώμα καί ενισχύετο εκτάκτως κατά τάς διανοητικάς καί πνευματικάς δυνάμεις. Καί η θεότης, μέ τήν οποίαν ήτο ηνωμένον, καθ όσον η ηλικία τού παιδίου επροχώρει, μετέδιδεν εις αυτό καί τό εγέμιζε σοφίαν. Καί χάρις Θεού, η οποία τό ενίσχυεν εις πάσαν αρετήν καί τό εφύλαττεν από πάσαν αμαρτίαν, ήτο επ αυτού, διευθύνουσα τήν ομαλήν καί απρόσκοπτον ανάπτυξιν καί ηθικήν πρόοδόν του. 41 Καί επήγαιναν οι γονείς του κάθε χρόνον εις Ιερουσαλήμ διά τήν εορτήν τού Πάσχα, όπως όλοι οι ευσεβείς Ισραηλίται.
42 Καί αφού έγινε τό παιδίον δώδεκα ετών, όταν ανέβησαν αυτοί εις τά Ιεροσόλυμα, σύμφωνα μέ τήν συνήθειαν πού είχε καθιερωθή υπό τού νόμου διά τήν εορτήν, επήραν καί αυτό μαζί των. 43 Καί όταν συνεπλήρωσαν τάς ημέρας τής παραμονής των εις τά Ιεροσόλυμα, καί εγύριζαν αυτοί εις τήν πατρίδα των, ο παίς Ιησούς έμεινεν οπίσω εις Ιερουσαλήμ. Καί δέν αντελήφθησαν τούτο ο Ιωσήφ καί η μητέρα τού παιδίου.
44 Επειδή δέ τόν ενόμισαν, ότι ήτο εις τό καραβάνι τών προσκυνητών, επροχώρησαν μιάς ημέρας δρόμον. Καί τό εσπέρας εζήτουν νά τόν εύρουν μεταξύ τών συγγενών καί γνωστών. 45 Καί επειδή δέν τόν εύρον, εγύρισαν οπίσω εις τήν Ιερουσαλήμ καί εις τόν δρόμον εζητούσαν νά τόν εύρουν ερωτώντες καί τούς προσκυνητάς, τούς οποίους συνήντων.
46 Καί όταν επέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά τρείς ημέρας, αφ ότου είχον αναχωρήσει εκείθεν χωρίς τόν Ιησούν, συνέβη νά τόν εύρουν εις τόν ιερόν περίβολον τού ναού νά κάθεται εν μέσω τών διδασκάλων καί νά ακούη αυτούς καί νά τούς ερωτά διά σπουδαία ζητήματα, ασυνήθη διά τήν ηλικίαν του.
47 Καί ηπόρουν καί εθαύμαζαν όλοι όσοι τόν ήκουαν διά τήν εξαιρετικήν νοημοσύνην καί διά τάς απαντήσεις, πού έδιδε. 48 Καί όταν ο Ιωσήφ καί η Μαρία τόν είδαν, κατελήφθησαν από έκπληξιν, διότι διά πρώτην φοράν ο μικρός Ιησούς παρουσιάζεται μή σκεπτόμενος τήν ανησυχίαν, πού θά τούς επροκάλει η καθυστέρησις αυτή. Καί η μητέρα του είπε πρός αυτόν Παιδί μου, διατί μάς έκαμες έτσι καί έμεινες οπίσω; Ιδού ο πατήρ σου καί εγώ μέ πόνον καί λαχτάραν σέ εζητούσαμεν.
49 Καί είπε πρός αυτούς Διατί εζητείτε νά μέ εύρετε; Δέν ηξεύρατε, ότι εις τά οικήματα τού πατρός μου πρέπει νά είμαι; Δέν έπρεπε λοιπόν νά ανησυχήτε, ούτε υπήρχε λόγος νά μέ αναζητήτε ως χαμένον. 50 Καί αυτοί δέν εκατάλαβαν τόν λόγον αυτόν, πού τούς είπε, διότι δέν ήξευραν ακόμη, ότι ο Ιησούς ήτο καί φυσικός Υιός τού Θεού καί συνεπώς εδικαιούτο νά αποκαλέση τόν Ναόν πατρικήν κατοικίαν του. 51 Καί κατέβη μαζί τους από τά Ιεροσόλυμα καί ήλθεν εις Ναζαρέτ. Καί εξηκολούθει ως ευπειθής υιός νά υποτάσσεται εις αυτούς. Καί η μητέρα του διετήρει τά λόγια καί τά συμβάντα αυτά εις τήν μνήμην της, βαθεία χαραγμένα εις τήν καρδίαν της.
52 Καί ο Ιησούς βαθμηδόν προώδευε κατά τήν σοφίαν καί κατά τήν αύξηση τού σώματος καί κατά τήν χάριν τόσον παρά τώ Θεώ, ο οποίος ολονέν εξεδήλωνε πλουσιώτερον τήν εύνοιάν του εις αυτόν καί κατά τό μέτρον τής σωματικής καί πνευματικής αυξήσεως καί αναπτύξεως τού Ιησού εξέχυνεν επί τήν ανθρωπίνην φύσιν του πλουσιωτέραν τήν ενίσχυσίν του καί τήν ευλογίαν του, όσον καί παρά τοίς ανθρώποις, οι οποίοι ανεύρισκον εν αυτώ ολονέν καί περισσότερον έκτακτα καί ασυνήθη χαρίσματα σοφίας καί καλοσύνης καί αρετής.