71 χρόνια από την Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Εφραίμ

1681

Σήμερα, 3 Ιανουαρίου 2021, συμπληρώνονται 71 χρόνια από την ανακομιδή των Τιμίων Λειψάνων του Αγίου Εφραίμ.

Η εύρεση των μαρτυρικών λειψάνων του Αγίου Εφραίμ έγινε στις 3 Ιανουαρίου 1950 μ.Χ. από την Ηγουμένη Μακαρία Δεσύπρη.

Ο Άγιος Εφραίμ, γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1384 στα Τρίκαλα κοντά στο Ληθαίο ποταμό. Ήταν γιος πολυμελούς οικογένειας της οποίας ο πατέρας πέθανε όταν ο Κωνσταντίνος ήταν πολύ μικρός.

Για να τον γλυτώσουν από το παιδομάζωμα τον έστειλαν στη Μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο όρος Αμωμών σε ηλικία μόλις 14 ετών. Εκεί έμεινε ως την ηλικία των 18 ετών σαν δόκιμος μοναχός. Τότε χρίστηκε μοναχός και σε λίγα χρόνια Ιερέας.

Από το 1416 που κατελήφθη η Αθήνα από τους Οθωμανούς η Ιερά Μονή γνώρισε δυο καταστροφές. Κατά την πρώτη ο άγιος έτυχε να προσεύχεται σε μια σπηλιά στο βουνό. Ο οθωμανικός στρατός κατέσφαξε τους άλλους πατέρες και μοναχούς και ακολούθως ο Άγιος τους έθαψε σαν γύρισε.

Τη δεύτερη στις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 επέστρεψαν, τον βρήκαν και τον βασάνισαν με ιδιαίτερη αγριότητα για οκτώμισι μήνες. Μαρτύρησε στις 5 Μαίου 1426 ημέρα ΤΡίτη στις 9 το πρωί σε ηλικία 42 ετών. Το δέντρο όπου τον κάρφωσαν και άφησε την τελευταία του πνοή υπάρχει μέχρι σήμερα.

Όσο ήταν εν ζωή διακρίθηκε για τον ένθεο ζήλο του και τον κοπιώδη αγώνα του ως ιερωμένος. Μπήκε ακόμη στο Άγιο Θυσιαστήριο και λειτουργούσε Ισάγγελος.

Διαβάστε τον Πρόλογο όπου περιγράφει η αείμνηστος ηγουμένη Μακαρία Δεσύπρη την εμφάνιση του Αγίου:

Πεντακόσια περίπου χρόνια έχουν περάσει, από το 1426 , όταν στις 5 Μαΐου Αγαρηνοί πειρατές, εισβάλλοντας στο μοναστήρι των Αμώμων, στον λόφο της Νέας Μάκρης, παλούκωσαν με αναμμένο δαυλό στην κοιλιά τον Άγιο Εφραίμ, ηγούμενο τότε σ΄ αυτό το μοναστήρι…

Έκτοτε παρέμενε άγνωστος, μέχρι το 1964 , όταν για λόγους που μόνο ο Θεός γνωρίζει, κάνει στον χώρο της αρχαίας Μονής και πάλι ζωντανή την παρουσία του…Στο ερειπωμένο αυτό μοναστήρι, ζει τώρα μια ευσεβής καλόγρια. Είναι η Μακαρία Δεσύπρη, αυτή η φωτεινή ψυχή που με την ταπεινή παρουσία της σημάδεψε την ζωή του Μοναστηριού στα χρόνια που ακολούθησαν… Διηγείται η ίδια… –» Καθισμένη πάνω στα ερείπια του παλιού Μοναστηριού, όπου η θεία Πρόνοια οδήγησε τα βήματά μου, έφερνα τον στοχασμό μου σε χρόνια περασμένα, σε παλιούς καιρούς, όταν σκορπισμένα ήταν παντού τα κόκκαλα των Αγίων μαρτύρων…

Και καθώς καταγινόμουν στο καθάρισμα των χαλασμάτων, αναλογιζόμουνα ότι βρισκόμουνα σε τόπο ιερό και έλεγα, –Θεέ μου, αξίωσέ με την ανάξια, να ιδώ κι΄ εγώ έναν από τους παλιούς πατέρες που εδώ έζησαν… Και ενώ περνούσε ο καιρός έχοντας πάντα εσωτερικά την ίδια επιθυμία, ένοιωθα μια φωνή μέσα μου να μου λέει, –» Σκάψε, και εκείνο που ζητάς θα το βρείς ! Και μ΄ έναν τρόπο θαυμαστό, η μυστική αυτή φωνή, μου υπέδειξε το κομμάτι γης στην αυλή του μοναστηριού, που έπρεπε να ψάξω. Ο καιρός περνούσε, και η φωνή αυτή, κάθε φορά πιο δυνατή με προέτρεπε ν΄ αρχίσω…

Έδειξα το σημείο στον εργάτη που φώναξα για μια άλλη επισκευή, στο παλιό Ηγουμενείο, και του είπα να σκάψει. Αυτός, απρόθυμος άρχισε αλλού το σκάψιμο. Και αφού είδα ότι δεν με άκουγε να πάει εκεί που του έδειχνα, τον άφησα να κάνει το θέλημά του χτυπώντας τους άγονους βράχους. Τελικά, κατάλαβε το λάθος του και γύρισε στο σημείο… «…και φθάνοντας, έπειτα από ώρες, στο 1,70 βάθος, έφερε ο κασμάς στην επιφάνεια την κεφαλή του ανθρώπου του Θεού. Την ίδια στιγμή, γέμισε άρωμα η ατμόσφαιρα! Ο εργάτης χλώμιασε, δέθηκε η γλώσα του, και κόπηκε η μιλιά του –Άφησέ με μόνη, τον παρακάλεσα…

Γονάτισα με ευλάβεια και ασπάσθηκα το σκήνωμα του Αγίου συλλογιζόμενη την έκταση οδύνης και πόνου του τότε μαρτυρίου του…» Και αλλού, η μοναχή Μακαρία Δεσύπρη, εξιστορεί πως είδε ολοζώντανο τον Άγιο… –» Ήταν βράδυ, και διάβαζα μόνη μου τον Εσπερινό στο ερειπωμένο μοναστήρι, όταν ξαφνικά άκουσα βήματα…Ξεκινούσαν από το βάθος του τάφου προχώρησαν στην αυλή κι΄ έφθασαν στην πόρτα της Εκκλησίας. Τα βήματα ακούγονταν δυνατά και σταθερά καθώς πλησίαζαν. Για πρώτη φορά στην ζωή μου μέσα σ΄ εκείνη την ερημιά φοβήθηκα…

Δεν γύρισα ούτε που να κοιτάξω ώσπου άκουσα την φωνή του να λέει, –» Ως πότε θα μ΄ έχεις εκεί πέρα; Κι΄ αυτός ( ο εργάτης ), πως πέταξε το κεφάλι μου έτσι; Γύρισα τότε τρομαγμένη και τ ο ν ε ι δ α ! Ήταν ψηλός, με μάτια μικρά στρογγυλά που τρεμόπαιζαν στις κόγχες τους. Έβλεπα τις ρυτίδες του, και τα γένια του που έφθαναν μέχρι τον λαιμό του. Το μαύρο ράσο του μαύρο με πτυχώσεις, και στο αριστερό του χέρι κρατούσε ένα φως υπέρλαμπρο ενώ με το δεξί ευλογούσε !…

Ήταν ένα πλάσμα, 1.500 ετών, και βρισκόταν με την δύναμι του Χριστού ολοζώντανο, ακριβώς δίπλα μου!! –Συγχώρεσέ με, του είπα, και αύριο μόλις ξημερώσει ο Θεός την ημέρα του, θα σε φροντίσω… Και αμέσως έγινε α φ α ν τ ο ς !

Συνέχισα ειρηνικά τον Εσπερινό μου, και το πρωι καθάρισα τα άγια λείψανα, τα έπλυνα, και άναψα ένα μικρό καντηλάκι. Το ίδιο βράδυ είδα τον Άγιο στον ύπνο μου. Στεκόταν όρθιος και κατάφωτος μέσα στην Εκκλησία. Κρατούσε την εικόνα του στα χέρια του και με κοίταζε… Άκουσα την φωνή του πεντακάθαρα… –» Σ΄ ε υ χ α ρ ι σ τ ω π ο λ υ, μου είπε. Ο ν ο μ α ζ ο μ α ι Ε φ ρ α ι μ …» Πέρασε αρκετός καιρός απ΄ αυτό το περιστατικό και πάντα μέσα μου είχα μια απορία…

Ώσπου μια μέρα, μετά το τέλος του Εσπερινού, καθώς με το χέρι μου έκλεινα την πόρτα της Εκκλησίας, ακούω τρία χτυπήματα, σαν από κεχριμπαρένιο κομπολόι. Κατάλαβα ότι ήταν ο Άγιος, μπήκα στο ιερό που βρίσκονταν τα άγια λείψανά του, άναψα ένα κερί και ευλαβικά τα προσκύνησα.

Αλλά τι να ειπώ και τι να λαλήσω, όταν την ίδια ακριβώς στιγμή σαν χείμαρος πλημμύρησε όλος ο τόπος από την Παραδεισένια εκείνη ευωδία που τα άγια λείψανα έβγαζαν…».

Έτσι περιγράφει η αείμνηστος ηγουμένη Μακαρία Δεσύπρη την εμφάνιση του αγίου σαν μία σφραγίδα – πρόλογο σε κάθε ένα από τα βιβλία για τον Άγιο Εφραίμ, που μέχρι σήμερα το μοναστήρι έχει κυκλοφορήσει, με τον γενικό τίτλο «ΟΠΤΑΣΙΑΙ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Εφραίμ του θαυματουργού» – Αθήναι – 1998.

orthodoxianewsagency.gr