Ευαγγέλιο: ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 – 34 – 24 και απήλθε μετ’ αυτού· και ηκολούθει αυτώ όχλος πολύς, και συνέθλιβον αυτόν.
25 Και γυνή τις ούσα εν ρύσει αίματος έτη δώδεκα, 26 και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών και δαπανήσασα τα παρ’ εαυτής πάντα, και μηδέν ωφεληθείσα, αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα,
27 ακούσασα περί του Ιησού, ελθούσα εν τω όχλω όπισθεν ήψατο του ιματίου αυτού· 28 έλεγεν γαρ εν εαυτή ότι Εάν άψωμαι καν των ιματίων αυτού, σωθήσομαι.
29 και ευθέως εξηράνθη η πηγή του αίματος αυτής, και έγνω τω σώματι ότι ίαται από της μάστιγος. 30 και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ την εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν, επιστραφείς εν τω όχλω έλεγε· Τις μου ήψατο των ιματίων;
31 και έλεγον αυτώ οι μαθηταί αυτού· Βλέπεις τον όχλον συνθλίβοντά σε, και λέγεις· τις μου ήψατο; 32 και περιεβλέπετο ιδείν την τούτο ποιήσασαν.
33 η δε γυνή φοβηθείσα και τρέμουσα, ειδυία ο γέγονεν επ’ αυτή, ήλθε και προσέπεσεν αυτώ και είπεν αυτώ πάσαν την αλήθειαν. 34 ο δε είπεν αυτή· Θύγατερ, η πίστις σου σέσωκέ σε· ύπαγε εις ειρήνην, και ίσθι υγιής από της μάστιγός σου.
Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Ε´ 24 – 34
24 Και επήγε μαζί του και τον ηκολούθει πολύς λαός και τον εστρίμωχναν από όλα τα μέρη. 25 Και μία γυναίκα, που έπασχεν από αιμορραγίαν επί έτη δώδεκα,
26 και η οποία πολλά υπέφερεν από την κακήν θεραπείαν πολλών ιατρών και εξώδευσεν όλα, όσα ημπόρεσε να εξοικονομήση, και δεν ωφελήθη τίποτε, αλλά μάλλον επήγεν εις το χειρότερον,
27 επειδή ήκουσε διά τον Ιησούν, ότι ενεργεί θαυματουργικάς θεραπείας, ήλθε μέσα εις τον λαόν από πίσω του και ήγγισε το ένδυμά του. 28 Ήγγισε δε το ένδυμά του, διότι έλεγε μέσα της, ότι και εάν μόνον τα ενδύματά του εγγίσω, θα σωθώ από την ασθένειάν μου.
29 Και αμέσως εστείρευσε και εξηράνθη το μέρος, από το οποίον έτρεχε το αίμα της, και εκατάλαβεν από την μεταβολήν που επήρε το σώμα της, ότι εθεραπεύθη από την βασανιστικήν αρρώστιαν της.
30 Και αμέσως ο Ιησούς επληροφορήθη εσωτερικώς από την θείαν του φύσιν την δύναμιν, που εβγήκεν από αυτόν, και αφού εστράφη προς τον λαόν, είπε· Ποίος ήγγισε τα ενδύματά μου; 31 Και του έλεγον οι μαθηταί του· Βλέπεις, ότι ο όχλος σε σπρώχνει από όλα τα μέρη και λέγεις· ποίος με ήγγισε; 32 Αλλ’ ο Ιησούς παρετήρει γύρω διά να ίδη αυτήν, που έκαμεν αυτό.
33 Η γυνή δε με φόβον και τρόμον, επειδή εγνώριζε την θεραπείαν, που της είχε γίνει, ήλθε και έπεσε γονατιστή εμπρός του και του είπεν όλην την αλήθειαν.
34 Αυτός δε της είπε· Κόρη μου, η πίστις και πεποίθησις που είχες, ότι θα εθεράπευεσο, εάν ήγγιζες το ένδυμά μου, σε έχει σώσει από την ασθένειάν σου. Πήγαινε εις το καλό ειρηνική και ήσυχος και έσο για πάντα υγιής από το βάσανόν σου.