Το Ευαγγέλιο της Παρασκευής 5 Μαρτίου 2021

1120

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 20 – 20 – 20 καί ότε ενέπαιξαν αυτώ, εξέδυσαν αυτόν τήν πορφύραν καί ενέδυσαν αυτόν τά ιμάτια τά ίδια, καί εξάγουσιν αυτόν ίνα σταυρώσωσιν αυτόν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 22 – 22

22 Καί φέρουσιν αυτόν επί Γολγοθάν τόπον, ό εστι μεθερμηνευόμενον κρανίου τόπος.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 25 – 25

25 ήν δέ ώρα τρίτη καί εσταύρωσαν αυτόν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 33 – 41

33 Γενομένης δέ ώρας έκτης σκότος εγένετο εφ όλην τήν γήν έως ώρας ενάτης

34 καί τή ώρα τή ενάτη εβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων Ελωί Ελωί, λιμά σαβαχθανί; ό εστι μεθερμηνευόμενον, ο Θεός μου ο Θεός μου, εις τί με εγκατέλιπες;

35 καί τινες τών παρεστηκότων ακούσαντες έλεγον Ίδε Ηλίαν φωνεί.

36 δραμών δέ είς καί γεμίσας σπόγγον όξους περιθείς τε καλάμω επότιζεν αυτόν λέγων Άφετε ίδωμεν ει έρχεται Ηλίας καθελείν αυτόν.

37 ο δέ Ιησούς αφείς φωνήν μεγάλην εξέπνευσε.

38 Καί τό καταπέτασμα τού ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω.

39 Ιδών δέ ο κεντυρίων ο παρεστηκώς εξ εναντίας αυτού ότι ούτω κράξας εξέπνευσεν, είπεν Αληθώς ο άνθρωπος ούτος υιός ήν Θεού.

40 Ήσαν δέ καί γυναίκες από μακρόθεν θεωρούσαι, εν αίς ήν καί Μαρία η Μαγδαληνή καί Μαρία η τού Ιακώβου τού μικρού καί Ιωσή μήτηρ καί Σαλώμη,

41 αί καί ότε ήν εν τή Γαλιλαία ηκολούθουν αυτώ καί διηκόνουν αυτώ, καί άλλαι πολλαί αι συναναβάσαι αυτώ εις Ιεροσόλυμα.

Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 20 – 20

20 Και αφού τον ενέπαιξαν του έβγαλαν τον κόκκινον μανδύαν, τον έντυσαν με τα ιδικά του ρούχα και τον έβγαλαν έξω από την πόλιν, δια να τον σταυρώσουν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 22 – 22

22 Και τον έφεραν εις τόπον, που λέγεται Γολγοθάς, όνομα που μεταφραζόμενον σημαίνει τόπος κρανίου.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 25 – 25

25 Ητο δε η ώρα τρεις από την ανατολήν του ηλίου, δηλαδή εννέα το πρωϊ τότε, που τον εσταύρωσαν.

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ/ 33 – 41

33 Οταν δε η ώρα έγινε εξ από την ανατολήν του ηλίου, δηλαδή δώδεκα μεσημέρι, απλώθηκε σκοτάδι εις όλην την γην έως τας τρστο απόγευμα.

34 Και κατά την τρίτην ώραν του απογεύματος εφώναξε με μεγάλην φωνήν ο Κυριος· Ελωΐ, Ελωΐ, λιμά σαβαχθανί, το οποίον εις την ελληνικήν γλώσσαν ερμηνεύεται Θεε μου, Θεε μου διατί με εγκατέλιπες;

35 Και μερικοί από αυτούς που έστεκαν εκεί, όταν ήκουσαν τον λόγον αυτόν, έλεγαν· κύτταξε, φωνάζει τον Ηλίαν. (Αυτοί δεν εγνώριζαν την εβραϊκήν γλώσσαν δια να εννοήσουν την φράσιν. Αλλά και αν την εγνώριζαν θα τους ήτο εντελώς αδύνατον να εισχωρήσουν στο ανερμήνευτον μυστήριον της εγκαταλείψεως του Κυρίου).

36 Ετρεξε δε ένας, εγέμισε με ξύδι ένα σφουγγάρι και αφού το έβαλε γύρω από ένα καλάμι, τον επότιζε λέγων· αφήστε, δια να ίδωμεν, εάν θα έλθη ο Ηλίας να τον κατεβάση από τον σταυρόν.

37 Ο δε Ιησούς αφού αφήκε φωνήν μεγάλην εξέπνευσε.

38 Και αμέσως το καταπέτασμα του ναού, που εχώριζε τα άγια από τα αγία των αγίων, εσχίσθη εις τα δύο από επάνω έως κάτω.

39 Οταν δε ο εκατόνταρχος, που εστέκετο απέναντί του, είδεν ότι ο Ιησούς, αφού έκραξε με ισχυράν φωνήν (πράγμα που μαρτυρούσε ισχύν και όχι εξαντλησιν) παρέδωσε το πνεύμα του, είπε· αλήθεια· ο άνθρωπος ούτος ήτο Υιός Θεού.

40 Ησαν δε και μερικαί γυναίκες, που από μακρυά παρακολουθούσαν τα γεγονότα, μεταξύ των οποίων ήτο και η Μαρία η Μαγδαληνή, και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, και η Σαλώμη.

41 Αυταί και όταν ευρίσκετο ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν τον ακολουθούσαν και τον υπηρετούσαν. Ησαν ακόμη και πολλαί άλλαι, αι οποίαι είχαν ανεβή μαζή με αυτόν από την Γαλιλαίαν εις τα Ιεροσόλυμα.