Το Ευαγγέλιο της Κυριακής 5 Δεκεμβρίου 2021

1002
Euaggelio

: ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ/ 10 – 17 – 10 Ήν δέ διδάσκων εν μιά τών συναγωγών εν τοίς σάββασι.

11 καί ιδού γυνή ήν πνεύμα έχουσα ασθενείας έτη δέκα καί οκτώ, καί ήν συγκύπτουσα καί μή δυναμένη ανακύψαι εις τό παντελές.

12 ιδών δέ αυτήν ο Ιησούς προσεφώνησε καί είπεν αυτή Γύναι, απολέλυσαι τής ασθενείας σου

13 καί επέθηκεν αυτή τάς χείρας καί παραχρήμα ανωρθώθη καί εδόξαζε τόν Θεόν.

14 αποκριθείς δέ ο αρχισυνάγωγος, αγανακτών ότι τώ σαββάτω εθεράπευσεν ο Ιησούς, έλεγε τώ όχλω Έξ ημέραι εισίν εν αίς δεί εργάζεσθαι εν ταύταις ούν ερχόμενοι θεραπεύεσθε, καί μή τή ημέρα τού σαββάτου.

15 απεκρίθη ούν αυτώ ο Κύριος καί είπεν Υποκριτά έκαστος υμών τώ σαββάτω ου λύει τόν βούν αυτού ή τόν όνον από τής φάτνης καί απαγαγών ποτίζει;

16 ταύτην δέ, θυγατέρα Αβραάμ ούσαν, ήν έδησεν ο σατανάς ιδού δέκα καί οκτώ έτη, ουκ έδει λυθήναι από τού δεσμού τούτου τή ημέρα τού σαββάτου;

17 καί ταύτα λέγοντος αυτού κατησχύνοντο πάντες οι αντικείμενοι αυτώ, καί πάς ο όχλος έχαιρεν επί πάσι τοίς ενδόξοις τοίς γινομένοις υπ αυτού.

Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ ΙΓ/ 10 – 17

10 Εδίδασκε δέ κατά τήν ημέραν τού Σαββάτου εις μίαν από τάς συναγωγάς.

11 Καί ιδού παρευρίσκετο εκεί μία γυναίκα, η οποία εκ συνεργείας τού πονηρού πνεύματος κατείχετο υπό ασθενείας επί δεκαοκτώ έτη, καί ήτο δι αυτό σκυμμένη διαρκώς μέ κυρτωμένον τό σώμα καί δέν ηδύνατο νά σηκώση ορθίαν τήν κεφαλήν της ολοτελώς.

12 Όταν δέ τήν είδεν ο Ιησούς, τής εφώναξε καί τής είπε Γυναίκα, είσαι λυμένη καί ελευθερωμένη από τήν αρρώστιάν σου.

13 Καί έβαλεν επάνω της τάς χείρας του. Καί τήν ιδίαν στιγμήν, επανέκτησε τήν ορθίαν στάσιν τού σώματός της καί εδόξαζε τόν Θεόν διά τήν θεραπείαν της.

14 Έλαβε δέ τόν λόγον ο αρχισυνάγωγος, γεμάτος αγανάκτησιν, διότι κατά τήν ημέραν τού Σαββάτου έκαμε τήν θεραπείαν ο Ιησούς, καί έλεγεν εις τό πλήθος τού λαού Έξ ημέραι είναι εις τήν διάθεσίν μας, κατά τάς οποίας δικαιούμεθα καί πρέπει νά εργαζώμεθα. Κατ αυτάς λοιπόν τάς εργασίμους ημέρας νά έρχεσθε καί νά θεραπεύεσθε, καί όχι κατά τήν ημέραν τού Σαββάτου.

15 Απεκρίθη λοιπόν εις αυτόν ο Κύριος καί είπεν Υποκριτά, σύ πού υπό τό πρόσχημα τού σεβασμού τού Σαββάτου κρύπτεις φθόνον καί μοχθηρίαν ο καθένας σας κατά τήν ημέραν τού Σαββάτου δέν λύει τό βώδι του ή τόν όνον του από τήν φάτνην καί δέν τό πηγαίνει νά τό ποτίση, χωρίς, σύμφωνα μέ τήν εκ παραδόσεως ανεγνωρισμένην ερμηνείαν τής εντολής τού Σαββάτου, νά θεωρήται παραβάτης αυτής;

16 Αυτή δέ, πού είναι κόρη καί απόγονος τού Αβραάμ, τήν οποίαν έδεσεν ο σατανάς μέ τήν αρρώστιαν, ώστε επί δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια νά μή δύναται νά σηκωθή ορθία, δέν ήτο πρέπον καί επιβεβλημένον νά λυθή από τό μακροχρόνιον αυτό καί οδυνηρόν δέσιμον κατά τήν ημέραν τού Σαββάτου;

17 Καί ενώ έλεγεν αυτά ο Ιησούς, εντροπιάζοντο όλοι οι αντίθετοί του. Καί όλος ο λαός έχαιρε δι όλα τά λαμπρά καί θαυμαστά έργα, πού διαρκώς εγίνετο από αύτόν.