Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης: Τό σκοτάδι, ως συνέπεια τής πτώσεως τού ανθρώπου, δέν βγάζει ποτέ στό φώς. Τό φώς διαλύει τό σκοτάδι, διότι τό σκοτάδι είναι ανυπόστατο, δέν έχει ουσία.
Υπάρχει όμως μία περίπτωσις τήν οποία πανσόφως εκμεταλλεύεται ο παντουργός Θεός γιά τό καλό μας, βγάζοντας καί από τό κακό καλό, από τό σκοτάδι φώς. Πώς; Διά τής μετανοίας.
Βλέπω τήν κακία μου, τήν αμαρτία μου, μετανοώ, κλαίω, θρηνώ, οδηγούμαι στόν Θεόν, αναλαμβάνω τίς ευθύνες μου, νήφω, καρτερώ, καί μέσα μου καλλιεργείται ο καινούργιος άνθρωπος πού βγαίνει από τήν μετάνοια.
Άρα, τό καλό δέν βγαίνει από τό κακό, αλλά από τήν μετάνοια, πού είναι άλλος νούς, ο νούς πού τόν παρέχει ο Θεός μέσα στήν καρδιά.
Όταν ανησυχή, λόγου χάριν, ο πατέρας ή η μητέρα, επειδή αμαρτάνει τό παιδί, καί τό κτυπά, οπωσδήποτε θά βγάλη αντίθετο αποτέλεσμα. Διότι, εάν τό παιδί κάνη αμαρτίες, σημαίνει ότι ζητάει τήν αμαρτία καί θά τά βάλη μέ σένα, πού γίνεσαι κήρυξ τής αρετής.
Καί τώρα μέν φοβάται νά αμαρτήση, αλλά μόλις απελευθερωθή από σένα, θά οδηγηθή αμέσως στό κακό. Η βία, τό κακό, δέν μπορεί νά βγάλη καλό.
Πές λοιπόν στό παιδάκι σου τό καλό, μάθε του τί είναι ο Θεός. Μίλησέ του από τό πλήρωμα τής δικής σου καρδιάς, φώτισέ του λίγο τήν συνείδησι μέ τήν δική σου λαχτάρα καί θεία εμπειρία, καί μπαίνοντας μέσα του ο Θεός, θά τόν αγαπήση.
Μπορεί νά βρίζη, μπορεί νά κάνη αμαρτίες, αλλά έχοντας τά σπέρματα τού Θεού, πού είναι τόσο ισχυρά, ο Θεός τά καλλιεργεί καί βγαίνει η καινούργια φύτρα, τό καινούργιο βλαστάρι, τό οποίο δίδει καινούργια ζωή. Αυτή είναι η μετάνοια.
Τό παιδί δηλαδή αυτό, επειδή τό αφήνεις ελεύθερο, επειδή τό σέβεσαι, επειδή τού είπες τήν αλήθεια, επειδή τού απεκάλυψες τί έχει η καρδούλα σου καί τί κόσμοι υπάρχουν μέσα σέ αυτήν, λέγει μετά: Μά, τί φρικτή ζωή πού κάνω!
Τί είναι αυτή η αμαρτία! «Αναστήσομαι καί επιστρέψω εις τόν Πατέρα» (Λουκ. 15, 18). Καί ο βλαστός τής μετανοίας βγάζει τόν καρπό τής καινής ζωής. Έτσι τά καταφέρνει ο Θεός νά βγάζη καί από τό στόμα τού λύκου τήν σωτηρία.
Ο Ιώβ, από τήν κατάρα στήν οποία είχε πέσει, έβγαλε τήν ευλογία τού Θεού καί ανεκαινίσθη. Ο Μωυσής ο Αιθίοψ, από τά εγκλήματα καί τίς ληστείες, έβγαλε τήν καινούργια ασκητικώτατη ζωή καί έγινε αγνώριστος. Δέν τόν γνώρισαν κάν οι παλαιοί σύντροφοί του καί οι άλλοι ληστές· τόσο «ανεκαινίσθη ως αετού η νεότης του» (Ψαλμ. 102, 5), έγινε καινούργια η ζωή του.
Επομένως, μπορούμε νά πούμε: Όποιος είναι θυμώδης, άς στρέψη όλον τόν θυμό, όλη τήν εσωτερική έντασί του πρός τή αγάπη τού Θεού, πρός τήν ειρήνη, πρός τά σωτήρια λόγια, πρός τό «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, τόν αμαρτωλόν», χρησιμοποιώντας όποιον τρόπο τόν βοηθεί. Κάποιος τό έλεγε, κτυπώντας τά χέρια του.
Τόν είδα καί τόν ρώτησα: Τί κάνεις εκεί; Καί μού απήντησε: Είχα μάθει μέ τά μηχανήματα νά κουνώ τά χέρια μου καί δέν μπορώ τώρα νά κάνω αλλοιώς. Μπράβο, τού λέγω, συγχαρητήρια.
Βλέπετε πώς τό κακό, ο θόρυβος, πού είναι τό χειρότερο κακό, μπορεί νά βγάλη καί καλό; Κάποιος θαλασσινός τό έλεγε, έχοντας τήν εντύπωσι ότι έπιανε τά κουπιά, γι αυτό καί κουνούσε τά χέρια του. Πραγματικά έπιανε τό κουπί, τόν Χριστόν.
Άρα, τό πάν μπορούμε νά χρησιμοποιήσωμε. Ό,τι μάς δίνει ο Θεός, ό,τι μάς κάνουν οι άλλοι, ό,τι παθαίνομε μέσα μας καί γύρω μας, όλα είναι μεταγωγικά πρός τόν Θεόν. Τόσο απέραντη είναι η αγάπη τού Θεού. Μόνον τά αποβράσματα τού εγώ μας δέν είναι σωτήρια. Αυτά μάς απομακρύνουν από τόν Θεόν.